- ἑορταστικούς
- ἑορταστικόςfit for a festivalmasc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επισπονδορχηστής — ἐπισπονδορχηστής, ὁ (Α) μέλος τής ομάδας χορευτών που τελούσαν εορταστικούς χορούς κατά τις σπονδές στην Ολυμπία προς τιμή τού Διός. [ΕΤΥΜΟΛ. < επι σπονδή «ανανέωση συνθηκών» (< επι σπένδομαι + ορχηστής «χορευτής» (< ορχούμαι)] … Dictionary of Greek